Τηλ.: 22980 52207

info@imhydra.gr

Άγιος Νεκτάριος

Αίγινα! Η πνευματική Ακρόπολις της Εκκλησίας των νήσων του Αργοσαρωνικού. Ο φωτεινός φάρος της Ορθοδοξίας. Ο εύδιος των χειμαζομένων λιμήν. Ο τόπος «ου έστησαν οι πόδες» του εν Αγίοις πατρός ημώνωΝεκταρίου του Θαυματουργού, εορτάζει φέτος 100 χρόνια από την κοίμηση του Αγίου (1920- 2020).

 

Ο Άγιος Νεκτάριος  ίδρυσε  την  Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος  το 1904 εις την θέσιν «Ξάντος», εις τα ερείπια παλαιοτέρας Ιεράς Μονής,  της Ζωοδόχου  Πηγής. Εθεμελιώθη δαπάναις, μόχθω και επιστασία του αγίου Ιδρυτού και ανηγέρθη «τη του Θείου αρωγή ταίς οσίαις Μοναχαίς εις λατρείαν αληθή του Τριαδικού Θεού, του των πάντων Ποιητού». Αι εργασίαι εν τη Ι. Μονή επερατώθησαν το 191α2. Το Καθολικόν της Ι.Μονής εθεμελιώθῃ την 1ην Ιουλίου 1906 και ενεκαινιάσθη την 2αν Ιουνίου 1908. «Τη τρισηλίω ήγειρε Θεότητι, τον Ιερόν εκ βάθρων τούτον Ναόν, εις αίνεσιν αΐδιον, ο πάλαι Πενταπόλεως Αρχιερεύς Νεκτάριος». Παραπλεύρως – βορείως αυτού [μεσοτοιχία] προσηρτήθη μεταγενεστέρως παρεκκλήσιον εις τιμήν του Αγίου, ένθα επί μαρμαρίνου προσκυνηταρίου και εντός θήκης,  φυλάσσονται η σεπτή  Κάρα και πλησίον αυτής μεγάλη λειψανοθήκη, φέρουσα ιερά λείψανα του Αγίου. Εντός του Ιερού χώρου της Μονής και επί του τάφου του ανηγέρθη έτερον παρεκκλήσιον, των Ταξιαρχών. Ὁ Άγιος εκοιμήθη  εν Κυρίω την 9ην Νοεμβρίου του 1920 (κατά το εκκλησιαστικό ημερολόγιο).  Η ανακομιδή του ιερού Λειψάνου εγένετο την 3ην  Σεπτεμβρίου του 1953, (κατά το εκκλησιαστικό ημερολόγιο), η δε ανακήρυξις εις Άγιον την 20ην Απριλίου του σωτηρίου έτους 1961, διά Συνοδικής Πράξεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

 

Η πάνσεπτος Ι. Μονή του Αγίου Νεκταρίου εγνώρισε ημέρας μεγαλείου κατά την 13ετή ζωήν και δράσιν του Αγίου εν αυτή, αλλά και εις τας μετέπειτα δεκαετίας. Υψούται ως προπύργιον της Εκκλησίας και είναι «ιατρείον νοσημάτων άμισθον» – αδαπάνητος η θαυματουργική χάρις και ενέργεια του Αγίου -τόπος γαλήνης, καταφύγιον των θλιβομένων και καταπονουμένων.

 

Μερικοί σταθμοί ες τήν ζωήν το γίου μας

 

1894. Ο Άγιος Νεκτάριος ανέλαβε καθήκοντα Σχολάρχου εις την Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν. Η θητεία του εις το καίριον  λειτούργημα του καταρτισμού αξίων εργατών του Θυσιαστηρίου και Διδασκάλων του Ευαγγελίου – η περισσότερον έγκαρπος ώρα  εις την ιστορικήν προσφοράν της Ριζαρείου  Σχολής διήρκεσεν 14 έτη. Κατά τo  διάστημα τούτο  εχαλκεύθησαν εις το πεπυρσευμένον του Παρακλήτου, εργαστήριον του ενθέου παιδαγωγού, του αριστοτέχνου χαλκευτού  εις εικόνα Χριστού, των απλάστων νεανικών κόσμων των νεαρώνμαθητών του, δήμος πολυάριθμος αξίων λειτουργών.

 

Αίγινα. Η καραβοξάκουστη, κατά Πίνδαρον, ιστορική και ένδοξος Νήσος του Αργοσαρωνικού. Με μακράν Ιστορίαν πέντε χιλιάδων χρόνων π.Χ. και δέκα και εννέα  αιώνων μ.Χ. Ο Ναός  της Αφαίας, κορυφαίον ιερόν  της προχριστιανικής Αίγινας, το Ελάνιον όρος, ο κρυφός λιμήν, η «κολώνα»-Ναός Ποσειδώνος και άλλα μνημεία του Αρχαίου κόσμου, με ιδιαίτερον ενδιαφέρον για τους  μελετητές  της  ιστορίας  της  Νήσου  και των πολυπληθών επισκεπτών της. Η Μεσαιωνική Αίγινα, η «Παλαιά Χώρα» με τα μεταβυζαντινά ξωκκλήσια  της, η Όμορφη Εκκλησία με τις σπουδαίες τοιχογραφίες της, η Ιερά Μονή «Χρυσολεοντίσσης», «το ανδρικό μοναστήρι», με τη θαυματουργή καί πλούσια ιστορία της, με την εφέστια  θαυματουργή εικόνα της Παναγίας μας, προς την  οποίαν κάθε αιγινήτικη ψυχή προσφέρει την  εκ βαθέων απλή πρωτόγνωρη ευλάβεια και Ἐκείνη πάντα ακούει και απαντά στα αιτήματα των βασανισμένων στρατοκόπων αυτής της ζωής. Ο Μητροπολιτικός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου ορκίσθηκε ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος και ελειτούργησε ως χώρος συνεδριάσεως των μελών της Κυβερνήσεως. Άνθρωποι απλοί, γεωργοί, κτηνοτρόφοι, καλλιεργητές της εληάς και της αμπέλου,  ναυτικοί,  σφουγγαράδες, ζουν την εποχή αυτή στο πανέμορφο, αξιολάτρευτο και ήσυχο νησί, με τη δόξα της πρώτης πρωτεύουσας του νεοελληνικού κράτους νωπή ακόμα, αφού εδώ έδρασε ο πρώτος Κυβερνήτης του Ελεύθερου Κράτους, ο Μεγάλος Ιωάννης Καποδίστριας και με περηφάνεια δείχνουν τα Καποδιστριακά κτίσματα, πού δυστυχώς σήμερα ευρίσκονται σε εγκατάλειψη απότην Ελληνική Πολιτεία, χωρίς να αποσιωπούμε και τις ευθύνες όλων  των  Αιγινητών καί μάλιστα  των  κατά καιρούς Αρχόντων τους.

 

Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1904. Μέγας πνευματικός σταθμός στην νεώτερη Ιστορία  του Νησιού.

Το ήσυχο τούτο Νησί επισκέπτεται ο ταπεινός δεδιωγμένος και άγνωστος Ιεράρχης, ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, «ο Δεσπότης»,  όπως  τον αποκαλούν μετά ταύτα οι Αἰγινήτες. Αυτός ο άγνωστος και ξένος έμελλε να δώση το όνομά του στο Νησί, να γίνη η δόξα και το καύχημά του.

 

4 Οκτωβρίου 1904. Εγκαθιστά  επισήμως την πρώτη αδελφότητα και αρχίζει τις εργασίες της εκ βάθρων ανακαινίσεως της ερειπωμένης Ιεράς Μονής. Ουσιαστικώς θεμελιώνει ο Άγιος ένα πνευματικό οικοδόμημα που έμελλε να αποβή πανορθόδοξο προσκύνημα, σημείον  αναφοράς καί ευλαβείας του συνόλου  των ορθοδόξων πιστών.

 

1908. Εγκαθίσταται οριστικά  ο Άγιος Ιδρυτής  στο αγαπημένο του Νησί, για να ζήση εδώ, μέχρι το 1920, μια ζωή ήσυχη, ασκητική, κατανυκτική μέσα στα αρώματα καί τα θυμιάματα της Ορθοδόξου Μοναστικής ζωής, σ’ ένα αγνό οικολογικά τοπίο, χωρίς «τα νέφη» της σύγχρονης τεχνολογικά  αναπτυγμένης εποχής μας. Έκτοτε η Ιερά Μονή γνωρίζει τη δόξα τη θεϊκή. Γίνεται τόπος καταφυγής και παρακλήσεως. Νέα κολυμβήθρα Σιλωάμ.

 

Πέρασαν από τότε 100 χρόνια. Ποιός πραγματικά μπορεί να καταστρώσει  σέ χαρτί την Ιστορία της Ι. Μονής;  Και να την καταγράψη με πάσαν λεπτομέρειαν; Και εάν αυτό συμβή  θα διαφεύγη ασφαλώς  η σπουδαιοτέρα πτυχή της, η μυστική και πνευματική, το έσωθεν και απόθετον κάλλος της κατανυκτικής Ιστορίας μυριάδων ευσεβών ψυχών  που  συνάντησαν τον Άγιον και δι’ αυτού τον Κύριον της Δόξης, αφού για πολλούς ο λόφος της Ἱ. Μονής έγινε «λόφος ελπίδος» και «Θαβώρ», αφού πολλοί εδώ αξιώθηκαν να δουν «εν πνεύματι» την Δόξαν του Θεού καί την μυστικήν δύναμιν των Αγίων. Θα επιχειρήσουμε όμως να σημειώσουμε λίγες από τίς μεγάλες στιγμές της Ιστορίας της Ι. Μονής.

 

8 Νοεμβρίου 1920 (εσπέρας). Το επίγειο τέλος του Αγίου, αλλά συγχρόνως και η αρχή της Δόξης, του Φωτός, της Θεοφάνειας, απαρχή της άλλης βιοτής, της αιωνίου.

2 Σεπτεμβρίου 1953 (εσπέρας). Ανακομιδή των τιμίων  Λειψάνων του Αγίου μας. Άρωμα άρρητον πλημμυρίζει  την Ἱ. Μονήν και τους γύρω λόφους. Γίνεται αισθητή η εν αυτοίς  Θ. Χάρις, η ενέργεια της Θεότητος, τρανή απόδειξις της νίκης της ζωής κατά του Θανάτου, της Αναστάσεως, της νίκης της αφθαρσίας κατά της φθοράς.

 

20  Απριλίου 1961. Η επίσημος κατάταξις του Αγίου εν τώ εορτολογίω της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Η διακήρυξις της Αγιότητός του υπό της Μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κων/πόλεως, όπως  τα ιερά θέσμια ορίζουν.

 

1974. Η μεγάλη απόφασις. Η θεμελίωσις και η ανέγερσις του μεγαλοπρεπούς και παγκάλου ιερού Ναού του Αγίου μας.

 

21  Μαΐου 1994. Κορυφαία στιγμή στην Ιστορία της Μονής και της Νήσου. Τα εγκαίνια του νέου Ιερού Ναού,ανταξίου  του ονόματος και της προσφοράς του Αγίου στο Νησί μας. Ένα έργο οφειλής, τιμής και αγάπης προς τον προστάτην του νησιού, τον θαυματοβρύτην Άγιον Νεκτάριον. Πρωτεργάτης, εμπνευστής, ψυχή και κτίτωρ του έργου ο πολιός και σεβάσμιος Μητροπολίτης πρ. Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης μακαριστός Ιερόθεος.

 

1974 -1994. Μία εικοσαετία αόκνων, ατρύτων μόχθων και αγώνων. Μόνον ο Αγιος πρώην Ύδρας δύναται να αποτυπώση αυτό το χρονικόν της ανεγέρσεως με τον υπέροχον, ρωμαλέον και κατανυκτικόν έλληνα λόγον του. Εξαιρετική στιγμή  διά την ιστορίαν  της Ιεράς Μονής η σύγκλησις δύο Πανορθοδόξων Συνεδρίων το 1996, οπότε συνεπληρώθησαν 150 έτη από της γεννήσεως του Αγίου Νεκταρίου (1846-1996). Το πρώτον Διορθόδοξον Μοναστικόν Συνέδριον «Ο Γυναικείος Μοναχισμόςκαι Άγιος Νεκτάριος» και το δεύτερον Διορθόδοξον Θεολογικόν Επιστημονικόν Συνέδριον « Ο Άγιος Νεκτάριος ο πνευματικός, ο μοναστικός, ο εκκλησιαστικός ηγέτης». Η συμμετοχή  εις αυτά υπερέβη  πάσαν αισιόδοξον πρόβλεψιν, εχαιρέτησαν αυτά Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Πολιτικοί του τόπου. Εγένοντο εισηγήσεις υψηλού επιπέδου. Προεβλήθη η μορφή του Αγίου και επετεύχθη ο σκοπός της συγκλήσεως που ήτο «να τεθή εις κεφαλήν γωνίας c ταλαντούχος συγγραφεύς θεολογικών έργων... επί την λυχνίαν το επιστημονικόν – θεολογικόν έργον του Αγίου Νεκταρίου». Καί όντως απετέλεσαν «αρίστην προετοιμασίαν διά το σπουδαίον εγχείρημα της εκδόσεως των Απάντων».

 

Μεγάλαι στιγμαί στην Ιστορία της Ιεράς Μονής η επίσκεψις των Πρωθιεραρχών των κατά τόπους αγίων του Θεού Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η Α. Θ. Π. ο Αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος αφίχθη εις προσκύνησιν την 22αν Μαΐου 1999.

Εκ του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας επεσκέφθησαν την Ι. Μονήν οι μακαριστοί Πατριάρχαι Νικόλαος, Παρθένιος και Πέτρος, ο οποίος ετόλμησε  να χαράξη τομήν εις την νεωτέραν ιστορίαν του Πατριαρχείου, να ακούση η ευαίσθητος και θεοφιλής ψυχή του την φωνην του Αγίου ελπίζοντος «εις την απόδοσιν δικαιοσύνης εν ημέρα η ευδοκήση ο Θεός» και να αποφασίση: «επικαλούμενοι το του φιλανθρώπου έλεος, διακηρύσσομεν και αποκαθιστώμεν την τε κανονικήν τάξιν και τούτον [τον Άγιον] κατά πάντα, προσεπιμαρτυρούντες  δε ταύτα «εν Εκκλησία πολλή» εκζητούμεν την συγχώρησιν του εν Αγίοις Πατρός ημών Νεκταρίου Πενταπόλεως του Θαυματουργού». Η εκζήτησις συγγνώμης και η επίσημος ανάγνωσις της «Συνοδικής διαγνώμης» εγένετο με πάσαν λαμπρότητα, παρόντων του Πατριάρχου Αλεξανδρείας  Πέτρου  και των συνοδικών Αρχιερέων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, τοῦ Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου και πλειάδος Αρχιερέων κατά την εορτήν  του Αγίου 9 Νοεμβρίου 1998. Προ ετών την επεσκέφθη και ο νυν Μακαριώτατος Πατριάρχης Θεόδωρος ο Β΄.

 

Εκ του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ο μακαριστός Πατριάρχης Διόδωρος. Οι Πατριάρχαι Σερβίας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Οι μακαριστοί Αρχιεπίσκοποι Ελλάδος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Ιερώνυμος ο Α’, Σεραφείμ καί ὁ νυν Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος  Αθηνών και πάσης Ελλάδος  κ.κ.  Ιερώνυμος ο Β΄. Ο Τσεχίας και Σλοβακίας μακαριστός Δωρόθεος. Εκτός τούτων πλήθος Ιεραρχών Ελλήνων καί εξ άλλων ομοδόξων Εκκλησιών,  Αρχηγοί Κρατών, Βασιλείς και Πρωθυπουργοί.

 

Εσχάτως δε, την 3ην Σεπτεμβρίου 2003, ο Εξοχώτατος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κύριος Κων/νος Στεφανόπουλος, όστις ετίμησεν την πεντηκοστήν επέτειον της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του Αγίου μας.

 

Τέλος, η Ιερά Μονή  συμμετέσχε  εις τους εορτασμούς του Ιωβηλαίου  της δισχιλιετίας από  της Γεννήσεως του Κυρίου ημών  Ιησού Χριστού διά της τελέσεως  εν αυτή  τον  Μάϊον του  2000 Παμμοναστικής Ἀγρυπνίας, προεξάρχοντος του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου. Όντως η Ι. Μονή ανεδείχθη Πανελλήνιον Πανορθόδοξον και Παγκόσμιον προσκύνημα. Η Αίγινα με την παρουσία του ατιμήτου θησαυρού των τιμίων λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου εδοξάσθη και δοξάζεται. Οι Αιγινήται βιώνουν αυτήν την τιμήν και τιμούν τον Ισχυρόν Προστάτην της Νήσου Άγιον Νεκτάριον τον θαυματοβρύτην. Η Εκκλησία επλουτίσθη με την παρουσία ενός αγίου, όστις μεγάλως ηγαπήθη, έγινε λαοφιλής, εσφράγισεν ολόκληρον  τον παρελθόντα  αιώνα.  Χιλιάδες οι Ναοί οι ανεγειρόμενοι προς τιμήν του. Πλήθος Ορθοδόξων λαμβάνουν το όνομά του και όλοι αυτοί συνδέονται με κάποια θαυμαστή παρέμβαση του Αγίου μας.

 

Ο Άγιός μας  εν  τέλει είναι  ο Μέγας  Ευεργέτης  της ανθρωπότητος, διότι υπενθυμίζει προς πάντας ποιές είναι οι αγέραστες, οι διαχρονικές και αιώνιες πανανθρώπινες αξίες,  πού καταξιώνουν  τον  άνθρωπον ως  θείον δημιούργημα. Φέρει το μήνυμα σε κάθε ανθρώπινη καρδιά, ότι ο Θεός είναι  το ύψιστον  αγαθόν  και η πηγή παντός καλού και αγαθού. Εάν πάντες «οι εν υπεροχή όντες» έχουν  ως σημείον  αναφοράς το θείον, τότε εμπνεύσεις, οράματα, έργα και λόγια θα φέρουν την σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος και τότε πάντες  ομόψυχοι και ομόφρονες θα εργαζώμεθα  διά το καλόν πάσης  της κτίσεως,  κατά το χάρισμα  ενός εκάστου. Τότε θα ακούεται και η φωνή της Εκκλησίας, αφού θα είναι η φωνή  της ένθεης ψυχής και της συνειδήσεως που όλοι έχουμε εντός μας, η εντός ημών  φωνή  του Θεού.

Ευχόμεθα εις πάντας τους απανταχού της γης φίλους του Αγίου Νεκταρίου και εις τούς ευλογημένους πιστούς της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζηνίας την ευλογίαν και την σκέπην  του Αγίου Nεκταρίου  του Θαυματουργού, ευλογημένον δε και σωτήριον το νέον έτος 2020.

Eπὶ ταις αγομέναις αγίαις εορταίς της Επιφανείας του Υιού του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εύχομαι υμίν, όπως ο Θεός ο Παντοκράτωρ, ο Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του Μονογενούς Αυτού  Υιού, δώη υμίν υγείαν ψυχής  και σώματος, σώμα άσπιλον, καρδίαν καθαράν, νουν εγρήγορον, γνώσιν απλανή,  Πνεύματος Αγίου  επιφοίτησιν προς κτήσιν και πληροφορίαν της αληθείας διά του Σωτήρος Ιησού Χριστού, δι  Ου η δόξα τω Πατρί και τω Αγίῳ Πνεύματι  εις τους αιώνας. Αμήν.

            Επὶ δε τη επιτολή του νέου Σωτηρίου έτους προκοπήν εν τω πολιτεύματι υμών, ευφροσύνην πνευματικήν και χαράν της ψυχής αμετάπτωτον.

Επευχόμενος αύθις τα άριστα, διατελώ προς Θεόν ευχέτης.

 

Ο Πενταπόλεως Νεκτάριος

(28 Δεκεμβρίου 1906)

Bλέπω την εικόνα Σου. Θεολογείς. Το μυστήριο της στρατευομένης και θριαμβεύουσας Εκκλησίας. Με τη σιωπή, για  ν’ ακούγεται ο ευαγγελικός λόγος.  Όσα κήρυξες  με αποστολική πίστη  και ήθος.  Όσα βεβαίωσες με πράξη.  Τα πολλά και αιώνια θεανθρώπινα. Το Ευαγγέλιο πού  κρατάς πάνω στην καρδιά με αγάπη και βεβαιότητα για τα υπέρλογα. Βιβλίο ανοιχτό εκκλησιαστικής παράδοσης, επίκαιρος διδάσκαλος Συ και προφήτης θεούμενος.

 

Το Ιλαρό Σου βλέμμα των δακρύων, των δοκιμασιών και της συγνώμης των συκοφαντών. Η Θαβώρεια όραση των μυστηρίων του μέλλοντος αιώνος. Αρχιερέας εις τύπον Χριστού, ιερομύστης τελετουργός αγάπης επίγειος και ουράνιος. Σεμνός. Ταπεινός. Μυροβλήτης άγιος!

 

Αιώνας από την Κοίμησή Σου. Η καρδια του ποιμνίου σου με αγιογραφημένη την μορφή σου, ασκητική Συνοδεία στο Μοναστήρι της ανάπαυσής σου Σε υμνολογεί παρόντα και δοξάζει τον Κύριο.

 

Απόλαυε, Άγιε, τους καρπούς των κόπων Σου! Ύψωσε πάλι το χέρι της αγίας Αναφοράς και ευλόγησέ  μας, τον κόσμο των εσχάτων καιρών.

 

   Ο Άγιος Νεκτάριος,  κατά κόσμον  Αναστάσιος  Κεφαλάς, γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης το 1846 και ήταν παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Ήταν μία πόλη με έντονη τη βυζαντινή και χριστιανική παράδοση και οι κάτοικοί της χαρακτηρίζονταν «άνδρες καλοί και αγαθοί». Εκεί ο Άγιος έζησε τα δεκατέσσερα πρώτα χρόνια  της ζωής του. Ανατράφηκε με πολλή στοργή από την οικογένειά του και απόκτησε μέσα σ᾽ αυτήν  ισχυρές  θρησκευτικές  και ηθικές βάσεις και έζησε εθνικά βιώματα. Όπως έγραψε πριν εκατό χρόνια  ο πρώτος  βιογράφος  του, «από πενταετούς ηλικίας διδασκόμενος παρά της μητρός  του (ευσεβεστάτης ούσης) μεταξύ των άλλων και τον πεντηκοστόν του Δαβίδ ψαλμόν, όταν έφθανεν  εις τον στίχον  «Διδάξω ανόμους τας οδούς σου», επαναλάμβανε τον στίχον  συχνότερον, και οιονεί  εξῃτείτο διά τούτου τα μέσα της παιδείας και μαθήσεως καθυποσχόμενος τρόπόν τινα ότι θα διδάξη, προορών  το μέλλον εκ θείας νεύσεως». Αφού περάτωσε στην ιδιαίτερη  πατρίδα του το Δημοτικό σχολείο και το Ελληνικό, το 1860 ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου αρχικά εργάστηκε ως εργάτης σε μια καπναποθήκη και στη συνέχεια ως παιδονόμος στο εκεί Μετόχι του Παναγίου Τάφου.

     Παράλληλα, προσέχοντας πολύ τις συναναστροφές του, αύξησε τη μόρφωσή του με τη μελέτη αρχαιοελληνικών και θρησκευτικών βιβλίων, ενώ λίγο αργότερα πήγε με την οικογένειά του στη Χίο, όπου για λίγα χρόνια άσκησε το επάγγελμα του δασκάλου στο χωριό Λιθί, για το οποίο έκτοτε ποτέ δεν έπαυσε να ενδιαφέρεται. Στη Χίο πήρε και τη μεγάλη απόφαση  να γίνει μοναχός και έτσι το 1873 προσήλθε  στην ιστορική Νέα Μονή του νησιού, όπου μετά τριετή δοκιμασία,  το 1876 εκάρη μοναχός με το όνομα Λάζαρος και στις 17 Ιανουαρίου 1877 χειροτονήθηκε διάκονος καί μετονομάστηκε σε Νεκτάριο.

    Τα χρόνια που ζούσε στη Χίο, φοίτησε  και στο τότε Γυμνάσιο (σήμερα Λύκειο), αλλά οι φοβεροί σεισμοί του 1881, που επέφεραν  τη διακοπή  της λειτουργίας των σχολείων, τον έκαναν να έρθει στην Αθήνα και να λάβει απολυτήριο από τη Βαρβάκειο Σχολή. Στη συνέχεια, με ενίσχυση του Πατριάρχη  Αλεξανδρείας Σωφρονίου, των αδελφών  Χωρέμη και του κληροδοτήματος Αντωνίου Παπαδάκη,  φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία έλαβε πτυχίο το 1885.

 

Μετά τη λήψη του πτυχίου του ο Άγιος εγκαταστάθηκε στην  Αίγυπτο  και στις 29 Μαρτίου  1886 στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Σάββα χειροτονείται από τον Πατριάρχη Σωφρόνιο πρεσβύτερος και πέντε μήνες αργότερα τοποθετείται ως Διευθυντής στην Πατριαρχική Αντιπροσωπεία Καΐρου.

Από την σπουδαία αυτή θέση ο Άγιος δείχνει τη μεγάλη αγάπη του προς την Εκκλησία και τον συνάνθρωπο. Εργάζεται ανύστακτα,  με πολύ  ζήλο και αυταπάρνηση.  Κηρύττει  όχι  μονάχα στο Κάιρο, αλλά και στην Αλεξάνδρεια, στο Ζαγαζίκ, το Πόρτ Σάιντ κ.ά., εξομολογεί, προσφέρει τον οβολό του σε όσους  έχουν ανάγκη, ενδιαφέρεται για το νοσοκομείο και το γηροκομείο, που συντηρούσε η Εκκλησία στο Παλαιό Κάιρο, κατασκευάζει οικίσκους για τους φτωχούς, μεριμνά για την ανακαίνιση της εκκλησίας, συγγράφει, εκδίδει  βιβλία κ.λπ.

 

Το ήθος και η εργατικότητα του Αγίου, καθώς και η μεγάλη εκτίμηση των πιστών προς το πρόσωπό του, οδήγησαν τον Πατριάρχη Σωφρόνιο να τον προαγάγει σε μητροπολίτη. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1889 εκλέγεται και χειροτονείται «μητροπολίτης της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης μητροπόλεως Πενταπόλεως», που παλαιά ήταν μια σημαντικότατη εκκλησιαστική επαρχία στην σημερινή Λιβύη.

 

Η προσωπικότητα και η όλη δραστηριότητα όμως του Πενταπόλεως Νεκταρίου προκάλεσαν το μίσος και την αντίδραση μερικών ζηλόφθονων ήδη από τις πρώτες ημέρες της χειροτονίας του σε επίσκοπο.

 

Τελικά, οι διαβολές έκαμψαν τον γέροντα Πατριάρχη (πλησίαζε τότε τα 100 χρόνια), ο οποίος στις 11 Ιουλίου 1890 τον έδιωξε αναπολόγητο από την Αίγυπτο. Ο Άγιος δέχτηκε αυτή την κακομεταχείριση με υπακοή και με ελπίδα προς τον Θεό. Το ίδιο έπραξε και αργότερα  στην Εύβοια και στην Αίγινα, όταν όργανα του σατανά, επιχείρησαν να τον διαβάλουν.

Όταν τον Αύγουστο του 1890 ο Άγιος Νεκτάριος ήρθε στην Ελλάδα, ήταν επάνω στην πιο ώριμη για δράση ηλικία (44 χρόνων), αλλά ήταν πάμφτωχος, στερούμενος ακόμα και αυτόν τον επιούσιο. Έτσι, επίσκοπος όντας, ο Άγιος ζητεί, χωρίς ίχνος εγωϊσμού από το ύψος του επισκοπικού αξιώματος που έφερε, μια θέση κατώτερη: ιεροκήρυκα ή καθηγητή των θρησκευτικών σε σχολείο.

 

Αλήθεια, τί μεγάλο παράδειγμα ταπεινοφροσύνης του Μητροπολίτη Πενταπόλεως! Τελικά μετά από πολλές δυσκολίες και καθυστερήσεις, στις 14 Φεβρουαρίου 1891 διορίστηκε ιεροκήρυκας του Νομού Ευβοίας, όπου παρέμεινε ως τον Σεπτέμβριο του 1893, που μετετέθη στον νομό Φθιώτιδος.

 

Ως ιεροκήρυκας ο Άγιος, χωρίς να υπολογίζει κόπους και ταλαιπωρίες, «δεν κήρυττε μόνον ανελλιπώς κατά τας εορτάς, αλλά και περιοδεύων αδιαλείπτως ανά τας πόλεις και τα χωρία, δι’ ατραπών και βράχων, έκρουε τον κώδωνα του ναού και εδίδασκε τους προστρέχοντας».

 

Και όλα αυτά τα έκανε με ανύπαρκτα ουσιαστικά ή πρωτόγονα συγκοινωνιακά μέσα. Παράλληλα ασκούσε την φιλανθρωπία προς τους φτωχούς, τους αρρώστους, τους φυλακισμένους κ.λπ.

 

Δυστυχώς, και εδώ αντιμετώπισε τον φθόνο των ψευδαδέλφων. Όμως ο πιστός λαός τον αγάπησε πολύ. Η επίσκεψή του, π.χ. στο Γαλαξείδι τον χειμώνα του 1893-94, είχε δυσμενείς επιπτώσεις στο ασκητικό και αδύνατο σώμα του, αφού, γυρίζοντας στην έδρα του, αρρώστησε σοβαρά και έμεινε για πολλές ημέρες κλινήρης.

Την 1η Μαρτίου 1894 ο Πενταπόλεως Νεκτάριος διορίστηκε Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1908. Διηύθυνε το σημαντικότερο – μετά την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών– εκκλησιαστικὸ αυτό εκπαιδευτήριο με αισθήματα ανθρωπιστικά, με αγάπη Χριστού, με πατρική στοργή, πολλή φρόνηση και ενδιαφέρον ανύστακτο, με προσευχή θερμή, προκειμένου να επιτύχει στην αποστολή του.


Πέρα από όλα αυτά, στην καθημερινή αναστροφή του στη Σχολή, απλός και ταπεινός ο Διευθυντής δεν δίσταζε, δίνοντας τό καλό παράδειγμα, ν’ ασχολείται και ο ίδιος προσωπικά με διάφορες χειρωνακτικές εργασίες, ακόμα και με την καθαριότητα κοινόχρηστων χώρων, πράγμα που άλλοι ούτε θα διανοούνταν να κάνουν.

 

Βασικότατο στοιχείο της σχολικής-παιδαγωγικής πράξης ο Άγιος θεωρούσε την ύπαρξη έντονης λατρευτικής ζωής. Η Ριζάρειος, που τότε οι διδακτηριακές της εγκαταστά-σεις βρίσκονταν στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι στον «Ευαγγελισμό», είχε γίνει επί των ημερών του σπουδαίο λατρευτικό κέντρο, αφού πολλοί ήσαν εκείνοι, που συναγωνίζονταν να προμηθευτούν μια άδεια εισόδου και να παρακολουθήσουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου τη Θεία Λειτουργία και τις άλλες ιερές ακολουθίες.

 

Έγραψε παλαιός μαθητής: «Τας δε νυκτερινάς ώρας, ότε η Σχολή ησύχαζε τελείως και οι πάντες εκοιμώντο, ελέγετο ότι ο Νεκτάριος κατήρχετο εκ του δωματίου του και εξήρχετο της Σχολής και εκεί έξω χαμηλά εις την νοτίαν έξοδον της Σχολής, κατά τον κήπον, υπό παντοίας καιρικάς συνθήκας γονυπετής προσηύχετο επί μακρόν πλησίον του φυλασσομένου διά σιδηρού κιγκλιδώματος μικρού χώρου, όπου ήτο φυτεμένος φοίνιξ. Εις τον χώρον τούτο ήτο αλλοτε μικρόν παρεκκλήσιον».

 

Παράλληλα με τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα, ασκούσε, με την άδεια ή την παρότρυνση των κατά καιρούς μητροπολιτών Αθηνών, και λειτουργικό, κηρυκτικό και φιλανθρωπικό έργο και εκτός της Σχολής.

 

Πολλοί, που ευεργετήθηκαν από τον Άγιο, έχουν περιγράψει τη σπουδαία και με διάκριση φιλανθρωπική του δράση. Το γραφείο του στη Ριζάρειο είχε μεταβληθεί σε κέντρο φιλανθρωπικής προσφοράς. Αναφέρεται ότι και ενδύματά του πρόσφερε σε φτωχούς για να ντυθούν με αυτά ἢ να τα πωλήσουν και να εξοικονομήσουν έτσι κάποια χρήματα για την αγορά φαρμάκων και άλλων χρειωδών. Στο διάστημα, που ο Άγιος ήταν διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής, δεν παρέλειπε να μετάσχει και σε αγρυπνίες, που γίνονταν στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου μαζί με τον άγιο Παπα-Νικόλα Πλανά, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και άλλους ευσεβείς.

 

Τέλος, μνημονεύουμε την καταφυγή του, πολλές φορές, στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, που βρισκόταν στο κτήμα του Χαράλαμπου Ματθοπούλου στα Πατήσια. Εκεί του δόθηκε ἡ ευκαιρία να καλλιεργήσει και άγιες φιλίες με ανθρώπους, κυρίως εκκλησιαστικούς, που είχαν βαθύτατη πίστη και με ζήλο πολύ πάσχιζαν για την ανόρθωση των εκκλησιαστικών πραγμάτων και τον ευαγγελισμό των ψυχών.

Το καλοκαίρι του 1898 ο Άγιος πήγε στο Άγιον Όρος. Φορώντας τον σκούφο και το ταπεινό ράσο του καλόγερου, με χοντρά άρβυλα, είτε πεζοπορώντας για ώρες είτε με ζώα που με προθυμία έθεταν στη διάθεσή του οι μοναχοί, είτε με πλοιάρια, επεσκέφθη πολλά μοναστήρια, καθίσματα, καλύβες, κελλιά, σκήτες και ησυχαστήρια.

Θαυμαστής της φύσης, καθώς ήταν, μέσα στις μακρές πορείες του στον παρθενικό αυτόν τόπο με τα πυκνά δάση, τις υψηλόκορμες καστανιές και τις οξυές, τα κυπαρίσσια και τα έλατα, στον παραδεισένιο αυτόν χώρο με την πλούσια βλάστηση, τα γάργαρα νερά και τα κελαδίσματα των πτηνών, με την απέραντη βαθυκύανη θάλασσα να απλώνεται μπροστά στα μάτια του, ένοιωσε πιο κοντά στον Δημιουργό.

 

Στα ιερά καθιδρύματα προσκύνησε το Τίμιο Ξύλο, την εικόνα της Παναγίας «Άξιον εστι» και άλλες θαυματουργές εικόνες, άγια λείψανα μαρτύρων και οσίων, καθώς και θαυματουργικές εικόνες, ενώ στους «ιστορημένους» τοίχους των εκκλησιών θαύμασε ευλαβών αγιογράφων την ένθεη τέχνη.

 

Εκεί συναναστράφηκε με αγίους μοναχούς, κοινοβιάτες και ασκητές, και γεμάτος ταπείνωση, ας ήταν αρχιερέας, μαθήτευσε κατά Χριστόν κοντά τους. Στις Ακολουθίες, είτε χοροστατούσε από τον αρχιερατικό Θρόνο είτε στεκόταν στο ταπεινό στασίδι, που το είχαν γυαλίσει με τους αγκώνες τους γενιές μοναχών, είτε γονυπετούσε στα πλακόστρωτα δάπεδα, που τα είχαν βρέξει με τους κρουνούς των δακρύων τους και τα είχαν σφουγγίσει με τις πολυάριθμες στρωτές τους μετάνοιες μοναχοί αιώνων, ακούοντας να ψάλλονται με θεσπέσιο πραγματικά τρόπο τα διάφορα εκκλησιαστικά μέλη, βλέποντας τους μοναχούς με τα κουκούλια ακίνητους σαν σκιές μέσα στο μισοσκόταδο, μεταφερότας σε ουράνιους κόσμους.

Ήταν καλοκαίρι του 1904. Μερικές νέες, από τονκύκλο των ευσεβών γυναικών, που είχε σχηματιστεί γύρω από τον Άγιο Νεκτάριο, ήθελαν ν’ακολουθήσουν τη μοναχική πολιτεία και αναζητούσαν κατάλληλο μοναστήρι για να εγκατα-βιώσουν.

 

Μετά από πολλές αναζητήσεις, και μετά από επίσκεψη καὶ θαυματουργία του Πενταπόλεως Νεκταρίου, επελέγη η Αίγινα και το μισοερειπωμένο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής- Αγίας Τριάδος σήμερα. Τον Οκτώβριο-Νοέμβριο εγκαταστάθηκαν οι πρώτες νέες με επικεφαλής την αόμματη, αλλά φωτισμένη κόρη Χρυσάνθη Στρογγυλού (μοναχή Ξένη). Οι ελλείψεις, που αντιμετώπισαν στα πρώτα στάδια οι μοναχές, ήταν τεράστιες, αφού αναγκάζονταν να κοιμούνται κάτω στο έδαφος των κελλιών τους. Έτσι, αποχωρώντας ο Άγιος από την Ριζάρειο αισθάνθηκε την ηθική δέσμευση να εγκατασταθεί και αυτός στην Αίγινα και να στηρίξει την νεοπαγή μοναστική αδελφότητα και να μην εγκαταβιώσει στην Μονή του Τιμίου Προδρόμου της Σκοπέλου, όπως επιθυμούσε.

 

Ώσπου ν’ ανεγείρει ταπεινό οικίσκο έξω από τότε περίβολο του μοναστηριού, ώστε να είναι σε θέση να το εξυπηρετεί, έμεινε, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, στον γειτονικό οικισμό «Άγιοι» και από εκεί ανέβαινε καθημερινά στην Αγία Τριάδα και φρόντιζε για την πνευματική κατάρτιση των μοναχών και την ανέγερση των κτιρίων. Γενικά, εργάστηκε εκεί άοκνα, ακόμα και χειρωνακτικά, για την ανοικοδόμηση του μοναστηριού στον τραχύ και άνυδρο, τότε, εκείνο τόπο, επί δώδεκα χρόνια.

 

Ο Άγιος τελούσε καθημερινά κατανυκτικά, ως απλός ιερέας, τις προβλεπόμενες από το μοναχικό Τυπικό ιερές ακολουθίες και καθοδηγούσε πνευματικά τις μοναχές. Το μοναστήρι το κυβέρνησε με παραδειγματική πίστη στον Θεό και στην πρόνοιά Του, με βαθύτατη προσευχή στην προστάτιδα των μοναχών Παναγία, με ακλινή προσήλωση στην γνήσια μοναστική παράδοση και τα εκκλησιαστικά θέσμια (κοινοβιακό πολίτευμα), με αγάπη πατρική και σύνεση πολλή, με ολοκληρωτική προσφορά συνόλου του εαυτού του και των πενιχρών αποδοχών του. Πνευματικά όμως καθοδήγησε ο Άγιος και πολλούς Αιγινήτες.

 

Με τον καλογερικό σκούφο και τα τριμμένα ράσα επισκεπτόταν τα ταπεινά γειτονικά σπίτια, επάνω στο ζώο του μοναστηριού πήγαινε για νερό στην πηγή του Κουρέντη ή κατέβαινε συχνά στην πόλη και στα χωριὰ και συναναστρεφόταν με τους απλούς ανθρώπους, τους βοηθούσε πνευματικά και υλικά, συζητούσε τα ποικίλα προβλήματά τους, τους ενθάρρυνε, ευλογούσε τα έργα των χειρών τους. Στην Αίγινα όμως ο Άγιος πάλεψε και με τις πολλές παγίδες, που του έστησε με τα όργανά του ὁ πονηρός, άλλες μικρές και άλλες μεγαλύτερες και φοβερότερες και από εκείνες της Αλεξάνδρειας.

 

Τις πικρές συκοφαντίες, τις σκληρές απειλές, τις πρωτοφανείς ταπεινώσεις και τους άδικους κατατρεγμούς, όλα αυτά ο Άγιος τα αντιμετώπισε με πίστη πολλή στον Θεό, με συνεχή προσευχή, με ταπείνωση, με υπομονή, με αοργησία, άφωνος, με απόθεση της ελπίδας του για αποκατάσταση της αλήθειας μονάχα στον Δικαιοκρίτη, ο οποίος τελικά τον δικαίωσε και εδώ, όπως και σε κάθε άλλη δύσκολη περίσταση!

Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου 1920 ο Αγιος, μετά από νοσηλεία σαράντα ημερών στο Αρεταίειο νοσοκομείο Αθηνών, σε ηλικία 74 ετών, εκοιμήθη εν Κυρίω.

Τότε έγινε και το πρώτο του θαύμα μετά την οσία κοίμησή του: Όταν οι νοσοκόμες και η μοναχή Ευφημία ετοίμαζαν το τίμιο και μυροβόλο από εκείνη την ώρα λείψανο και απέθεσαν την φανέλλα του στο διπλανό κρεββάτι, ο εκεί νοσηλευόμενος ασθενής, που έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων, έγινε αμέσως καλά.

 

Το σεπτό λείψανο παρέμεινε στον θάλαμο, χωρίς να ταριχευτεί, έντεκα ώρες, για να μεταφερθεί στη συνέχεια στην εκκλησία του νοσοκομείου, όπου παρέμεινε δυο ακόμα ώρες. Γύρω στις 12 το μεσημέρι μεταφέρθηκε στον Πειραιά και από εκεί στην Αίγινα, όπου έφθασε στις 4 το απόγευμα.

 

Στην προκυμαία περίμεναν ο κλήρος, οι αρχές, οι μαθητές με τους δασκάλους τους και οι κάτοικοι με δάκρυα, θυμιάματα και λουλούδια, ενώ οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν πένθιμα. Και τότε άρχισε το ανεπανάληπτο ξόδι του Αγίου: Απλοί ψαράδες, εργάτες, επαγγελματίες, αγρότες, υπάλληλοι, διακόσιοι και πλέον άντρες, συναγωνίζονταν ποιοί θα σηκώσουν το φέρετρο ως το μοναστήρι (6 χιλιόμ. περίπου) και χρειάστηκε η επέμβαση του Δημάρχου και των ψυχραιμοτέρων, οι οποίοι τους χώρισαν σε τετράδες, ώστε να ικανοποιηθεί όλων ο πόθος να πάρουν στους ώμους τους το ιερό και μυροβόλο λείψανο και να λάβουν την ευλογία του.

 

Στα παράθυρα των σπιτιών, που βρίσκονταν στους δρόμους από όπου πέρασε η μακρά νεκρική πομπή, έκαιαν κεριά και λιβάνι και οι ένοικοι έραιναν τον «Δεσπότη» τους με λουλούδια.

 

Μετά από πολλή ώρα, γύρω στο μούχρωμα, έφθασαν στο μοναστήρι. Εκεί έγινε άλλο θαύμα: Όταν ο ιερομόναχος Σάββας – ο νέος άγιος, ο εν Καλύμνω – επιχειρούσε να του φορέσει το πετραχήλι και το ωμοφόριο, ο Άγιος έσκυψε το κεφάλι!

Ακολούθησε λαϊκό προσκύνημα και την άλλη ημέρα, Τρίτη 10 Νοεμβρίου, το απόγευμα στις 4 η ώρα, εψάλη η νεκρώσιμη ακολουθία και στη συνέχεια το ιερό λείψανο, γεμάτο λεμονανθούς και βγάζοντας διαρκώς μύρο, τοποθετήθηκε σε τάφο, που ανοίχτηκε δίπλα στο περίφημο πεύκο, εκεί όπου, όταν η Μοναχή Αναστασία Επιχειρούσε το 1905 να το φυτεύσει, άκουσε επανειλημμένα τη μυστηριώδη φωνή: «Άφησε τόπο για έναν τάφο».

Όταν μετά από έξι μήνες χρειάστηκε ν’ ανοιχτεί ο τάφος του Αγίου, προκειμένου να γίνουν κάποιες διαρρυθμίσεις και να τοποθετηθεί και η ενεπίγραφη πλάκα, που η Ριζάρειος έκαμε, οι τεχνίτες και οι μοναχές βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα εξαιρετικό θέαμα.

 

Είδαν το ιερό λείψανο όπως ακριβώς ήταν την ημέρα της ταφής, αναλλοίωτο, εκχέοντας μύρο και με τους λεμονανθούς σαν να κόπηκαν εκείνη την ώρα. Δυο ημέρες έμεινε το ιερό σκήνος στο γεροντικό, όπου του άλλαξαν και άμφια, ώσπου να ετοιμαστεί ο τάφος και να τοποθετηθεί η πλάκα.

 

Στην ίδια κατάσταση βρισκόταν το ιερό λείψανο και όταν ο τάφος επανειλημμένα ανοίχτηκε. Τελικά, το 1953 περίπου, το ιερό λείψανο άρχισε να διαλύεται. Η ανακομιδή έγινε στις 8 μ.μ. της 2ας Σεπτεμβρίου 1953. Η τιμία κάρα του και ένα μεγάλο μέρος των ιερών λειψάνων του φυλάσσονται μέσα σε αργυρές θήκες στο παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδος, ενώ άλλα μικρά αποτμήματά τους έχουν δοθεί ως ευλογία σε πολλές ορθόδοξες εκκλησίες του εσωτερικού και τού εξωτερικού.

Από τότε που ήταν μικρός ο άγιος Νεκτάριος, όπως ο ίδιος σημειώνει σε βιβλίο του, είχε «πόθον διακαή προς μετάδοσιν ωφελίμων γνώσεων». Έτσι εξέδωσε πολλά βιβλία, σπάνιο φαινόμενο για την εποχή του, και που οικοδόμησαν τόσο τους μαθητές του, όσο και πλήθη πιστών.

 

Είναι ο πολυγραφότερος κληρικός των χρόνων του. Τα βιβλία του ανέρχονται σε χιλιάδες σελίδες και έχουν χαρακτηριστεί ως «ωφελιμώτατα». Ο Άγιος, Ο οποίος τιμούσε ιδιαίτερα την Παναγία, έγραψε και στίχους προς τιμήν της, όπως το γνωστό «Αγνή Παρθένε Δέσποινα, άχραντε Θεοτόκε…».

 

Τελευταία έχει αρχίσει η κριτική έκδοση των «Απάντων» του (κυκλοφορήθηκαν ως τώρα οκτώ τόμοι).

Ο Μοναχός που αγάπησε τον Χριστό, που Τον πόθησε και αφιερώθηκε σ᾽ Αυτόν, ζει γι᾽ Αυτόν και όχι για τον εαυτό του, αλλά μέσα σ᾽ αυτόν ζει ο Χριστός.

 

Ο πραγματικός Μοναχός ζει εν Χριστώ, σταυρώνεται μαζί Του, θάπτεται μαζί Του και ανασταίνεται μαζί Του, με Αυτόν συνομιλεί και προς Αυτόν ατενίζει, προς Αυτόν στρέφει την ψυχή του, προς Αυτόν ανυψώνει τον νου και την καρδιά του, τα αγνά του χείλη σε κάθε περίπτωση Αυτού το γλυκύτατο όνομα προφέρουνκαι από το στήθος του αναπέμπονται θερμοί στεναγμοί σαν αδιάκοποι ύμνοι προς το ύψος της θείας Αγάπης, κάθε παλμός της καρδιάς του μία προσευχή αναμέλπει, η αναπνοή του συνοδεύεται πάντοτε με την επίκληση του θείου ονόματός Του, μέσα σ᾽ Αυτόν ζει, Πηγή της ζωής του ζωογονεί την ψυχή.

 

Κανένα από τα ανθρώπινα αγαθά δεν έχει τη δύναμη να ελκύσει την καρδιά του, ούτε τα τερπνά του βίου μπορούν να κάνουν την ψυχή του τα ζηλέψει τα χαμηλά. Η λάμψη των εγκοσμίων έδιωξε τη λάμψη της. Οι οφθαλμοί της ψυχής του Μοναχού ενισχύθηκαν από το ανέσπερο Φως και δεν θαμπώνονται από τη δύναμη των γηΐνων, η δύναμή τους ατόνησε μέσα του και η καρδιά του έγινε απόρθητο φρούριο.

 

Η ουράνια χαρά γεμίζει την καρδιά του και η ειρήνη βασιλεύει σ᾽ αυτήν. Όλες οι αρετές σαν ηλιακές ακτίνες, που ανατέλλουν από την καρδιά του, αστράφτουν στο πρόσωπό του και το κάνουν χαρούμενο. Τα λόγια του είναι λόγια της χάριτος, τα διανοήματά του είναι υψηλά. Η αγνότητα της ψυχής είναι όμοια με το πρωϊνό άνθος, και η καθαρότητα του σώματος σαν το λευκό χιόνι, που έπεσε στις κορυφές των βουνών, η σωφροσύνη τον στολίζει.

 

Δουλαγωγεί το σώμα όχι για να γίνει άχρηστο στην υπηρεσία της ψυχής, αλλά για να μην επαναστατεί εναντίον του πνεύματος, αλλά να το υπηρετεί πρόθυμα. Η αποχή από τις τροφές γίνεται με σύνεση, γιατί αυτός που νηστεύει χωρίς σύνεση απέτυχε από τον σκοπό του, γιατί θεώρησε το μέσον ως σκοπό και τη νηστεία ως τελειότητα της αρετής.

O Άγιος Νεκτάριος, κατά την επίσκεψή του στο Άγιον Όρος (1898), συνδέθηκε πνευματικά και με τον ταπεινό μοναχό Ιωάσαφ από τη Μάδυτο της Ανατολικής Θράκης. Κάποτε στην αλληλογραφία τους ο Άγιος καθυστέρησε να απαντήσει, με συνέπεια να του γράψει ο ερημίτης μοναχός ότι γνωρίζει τη διαφορά, που υπάρχει, μεταξύ αρχιερέα και μοναχού, οπότε ο Πενταπόλεως Νεκτάριος του γράφει (1903) μία από τις σπουδαιότερες επιστολές του, της οποίας αποσπάσματα παραθέτουμε στη συνέχεια σε νεοελληνική απόδοση.

 

«…Ἡ ταπεινοφροσύνη σας διακρίνει μία ανισότητα μεταξὺ του εαυτού σας και εμένα εξ αιτίας του αξιώματος της αρχιερωσύνης.Το α ξίωμα εί ν αι μεγάλο, αλλά μονάχα από μόνο του. Το αξίωμα τιμά αληθινὰ αυτόν που το κατέχει, αλλά δεν μεταβάλλει καθόλου τις σχέσ εις αν άμεσα σ᾽ αυτούς που το έ χ ο υ ν , προς τους αδελφούς του, τους αδελφούς του Κυρίου.

Οι σχέσεις αυτές μένουν πάντοτε οι ίδιες, γι᾽ αυτό και καμιά διαφορά, και επομένως και ανισότητα, υπάρχει μεταξύ τους. Εκτός από αυτό, το αξίωμα του Αρχιερέα είναι παράδειγμα ταπεινοφροσύνης, και αφού είναι έτσι, άρα ο Αρχιερέας είναι ο πρώτος ανάμεσα στους ταπεινόφρονες, και αφού είναι πρώτος, είναι και ο τελευταίος, και αφού είναι ο τελευταίος, που βρίσκεται η υπεροχή; […] Το αξίωμα δεν ανυψώνει τον κάτοχο, η αρετή είναι η μοναδική υψοποιός δύναμη. Πού, λοιπόν, αγαπητέ, η υπεροχή από το αξίωμα; […] Η αγαπητή Οσιότητά σας βρίσκει ότι υπάρχει μία ανισότητα μεταξύ αυτής και εμού. […] Ήδη παρακαλώ να μάθω ποιος υπερέχει στην αρετή, αυτός που ζει στην ευμάρεια και την καλοπέραση ή ο ερημίτης, που στερείται και την ελάχιστη παρηγοριά; Αυτός που ζει στον κόσμο ή αυτός που είναι αφοσιωμένος στον Θεό; Παραλείπω ν᾽ αναφερθώ στα επακόλουθα της ζωής του καθενός. […]

 

Εγώ, αγαπητέ αδελφέ, έχοντας συναίσθηση της δικής μου αναξιότητας και γυμνότητας, δεν τολμώ να συγκρίνω τον εαυτό μου ούτε προς τον τελευταίο μοναχό, που ζει με άσκηση και σεμνή πολιτεία. Σας διαβεβαιώνω ότι καθημερινά μακαρίζω αυτούς, που έχουν αφιερωθεί στον Θεό. […] Αλήθεια, τί είναι πολυτιμότερο και λαμπρότερο από αυτήν την πολιτεία; Αυτή καλλιτεχνεί την εικόνα και της δίνει την αρχέτυπη ομορφιά, αυτή οδηγεί στη μακαριότητα, αυτή σεμνύνει αυτόν που την έχει, αυτή τον στολίζει. Αυτή οδηγεί στην πραγματική φιλοσοφία, αυτή αποκαλύπτει μυστήρια, αυτή διδάσκει αλήθειες. […] Αυτή κάνει τον άνθρωπο ουράνιο, αυτή μεταβάλλει την αναπνοή σε ασταμάτητη μελωδία. […] Αυτή οδηγεί στον Θεό. […] Ιδού, αγαπητέ αδελφέ, ποια είναι η πεποίθησή μου, εξ αιτίας της οποίας θεωρώ τον ασκητή ανώτερο από τον Αρχιερέα, την οποία με κάθε ειλικρίνεια ομολογώ.

 

Χαίρετε εν Κυρίω, που σας αξίωσε να γίνετε πολίτες της ουράνιας πολιτείας, και να εύχεσθε και για μένα, ώστε να αξιωθώ ν᾽ απολαύσω την ίδια χάρη.
Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος

Στο ξημέρωμα του 21ου αιώνα, ο Άγιος Νεκτάριος ανακηρύχθηκε Προστάτης της «Γυμναστικής Αθλήσεως και των Ολυμπιακών Αγώνων».

 

Η σχετική ιστορία ξεκινάει μέσα από μια ομιλία που εκφώνησε Ο Άγιος στα εγκαίνια του Γυμναστικού Συλλόγου Κύμης (21/08/1893), αναπτύσσοντας τις θέσεις του για τη λελογισμένη «σωματική γυμνασία», την οποία θεωρούσε «αναπόσπαστον ακόλουθον παντός ελευθέρου και ευηγμένου πολίτου». Στο εν λόγω κείμενο αναδεικνύεται το αρχαιοελληνικό «μέτρον άριστον» (μεσότης) και η σωφροσύνη, ενώ αποκλείεται ο αυτοσκοπός της αθλήσεως.

 

Παράλληλα, ο Άγιος Νεκτάριος υπογραμμίζει και τα ευρύτερα οφέλη της «συναθλήσεως», η οποία κατορθώνει «να συσφίξη τους δεσμούς φιλίας και να αδελφοποιήση την νεολαίαν». Τέλος, τονίζεται ότι με τη σύσταση Γυμναστικών Συλλόγων δημιουργούνται άνδρες ωφέλιμοι για την πόλη και την πατρίδα τους, καθώς και για την ανθρωπότητα!

 

Οι απόψεις του Αγίου Νεκταρίου παραμένουν επίκαιρες και «ακανθώδεις», καθότι το επικρατήσαν αθλητικό μάρκετινγκ έχει αντικαταστήσει το «αρχαίο πνεύμα αθάνατο».
Εμείς, στη μικροκλίμακά μας, ας συνεχίζουμε «τον αγώνα τον καλόν», προσπαθώντας να πληρωθεί η κοινωνία με «ελευθέρους και ευηγμένους» πολίτες.

Εκτός των άλλων, στον Άγιo Επίσκοπο Πενταπόλεως καταφεύγομε και στην διά των βιβλίων και κειμένων του ψυχική ενίσχυση και πνευματική στήριξη, όπως συμβαίνει με το βιβλίο «Ιερών και φιλοσοφικών λογίων Θησαύρισμα».

 

Καθημερινή σύντροφος του ανθρώπου η λύπη, με τις πάσης φύσεως αιτίες της, εξουθενώνει τον στενοχωρημένο, καταρρακώνει το ηθικό, παραλύει δημιουργικές δυνάμεις, αναστέλλει την αγαθοποιό δράση, καθηλώνει στον πόνο και τη θλίψη. Ανάμεσα στ᾽ άλλα αποφθέγματα, που εντόπισε και αποθησαύρισε ο Άγιος, στεκόμαστε σε δύο:

Περίφημος Έλληνας δάσκαλος της ρητορικής και πολυγραφότατος συγγραφέας ο Λιβάνιος (314 – 394), γνωστός για το κλασικιστικό του ύφος και τη νοσταλγία του κλασικού παρελθόντος γράφει· “τους άφρονας ο χρόνος, τους δε φρονίμους ο λόγος της λύπης απαλλάττει” (Γνώμαι, 88). Όχι μόνο για τους άφρονες, τους ρηχούς στη σκέψη, επιπολαίους, αλλά και για τους πενθούντες απώλεια αγαπημένου προσώπου, η λαϊκή σοφία στον χρόνο προσβλέπει, ως τον αποτελεσματικότερο παρηγορητή, που βέβαια δεν είναι σύντομος.

 

Για τους φρονίμους όμως, τους συνετούς, τους συγκροτημένους κι ελέγχοντες συμπεριφορά κι αντιδράσεις τους στα δύσκολα που τους τυχαίνουν, αποφαίνεται ότι ο λόγος, ο πολύσημος και φιλοσοφικά περιεκτικότατος όρος, από τον Ηράκλειτο της αρχαίας σοφίας ως τον Ευαγγελιστή Ιωάννη για τους χριστιανούς, είναι το αντίδοτο της λύπης.

 

Εν συντομία, με την ανεύρεση των αιτίων πρόκλησης του πόνου και τη βαθύτερη επίγνωση της ζωής και της παροδικότητάς της, βοηθούμαστε στην απάλυνση, το ξεπέρασμα της παραλυτικής λύπης. Αυτή είναι η εσωτερική αντιμετώπιση του προβλήματος.

 

Διαπρεπής μαθητής του Λιβανίου, με τον οποίο κι αλληλογραφούσε ο Μ. Βασίλειος (330-1/1/379), δημιουργός του γνωστού κοινωνικού φιλανθρωπικού συστήματος, του Πτωχοκομείου Βασιλειάδας, όπου και διοχέτευσε όλη την ποιμαντική του ευαισθησία, καθιστώντας την πρότυπο κέντρου περίθαλψης και φροντίδας των ασθενεστέρων κοινωνικά ατόμων και πονεμένων από κάθε αιτία, με αφετηρία του στο ζήτημα τη θεμελιώδη κοινωνική φύση του ανθρώπου, υποδεικνύει· “Πάσης λύπης παρηγορία η προς τους ομοψύχους εστίν ομιλία’”.

 

Για κάθε λύπη και στεναχώρια, ιδίως τις μεγάλες, που μας συγκλονίζουν, φάρμακο είναι η συναναστροφή, κοινωνία, συντροφιά, η σχέση με τους προικισμένους με την ίδια ψυχή, αυτούς που έχουν τα ίδια συναισθήματα, πού μπορούν να ταυτισθούν με τη δική μας ψυχική κατάσταση.

 

Αδικίες, συκοφαντίες, πλεκτάνες και διώξεις, όχι μικρές κι ασήμαντες, γνώρισε ως το τέλος και πλήγωναν και την ψυχή του Αγίου Νεκταρίου. Τις νίκησε η αγιότητά Του. Όπως παρηγορήθηκε εκείνος από τα “Θησαυρίσματα”, έτσι μπορούμε κι εμείς, στα αναπόφευκτα βάσανα που μας καρτερούν, εκεί να στρεφόμαστε, να καταφεύγομε, ν᾽ αντλούμε βοήθεια, αιτούμενοι και την ευλογία και μεσιτεία Του.

Όποιος επισκέπτεται τη Μονή του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, και ιδιαίτερα το κελλάκι του, καθηλώνεται μπροστά στην αγαπημένη εικόνα του Αγίου, την Παναγία τη Σηλυβριανή, τη Βρεφοκρατούσα, που δεσπόζει στο χώρο και τον καλωσορίζει με το ηλιοστάλακτο βλέμμα της, το γεμάτο φως και στοργή. Και αισθάνεται να μεθά την ψυχή του ένα νέκταρ αγάπης, που ενώνει τη χαρά και τη λύπη σ᾽ ένα τραγούδι υμνητικό, σ᾽ ένα λατρευτικό εγκώμιο, που μόνο ένας άγιος θα μπορούσε να εμπνευστεί, ώστε να μοιάζει με θυμίαμα η προσφώνηση «Αγνή Παρθένε Δέσποινα, Άχραντε Θεοτόκε…».

 

Ο πολύς ο κόσμος γνωρίζει λίγες στροφές από αυτήν τη δεύτερη ωδή του Θεοτοκαρίου. Όμως ο Άγιος Νεκτάριος συνέθεσε κι άλλες ωδές και ύμνους, έγραψε χιλιάδες στίχους, για να εκφράσει την υπέρμετρη αγάπη του προς τη Θεομήτορα και Μητέρα όλου του κόσμου.

 

Μάλιστα, ως άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας και δεινός τεχνίτης του λόγου μας χάρισε ως αιώνια κληρονομιά αυτά τα λογοτεχνικά αριστουργήματα, συνδυάζοντας ποικίλα εκφραστικά μέσα, για να επαινέσει με χίλιους τρόπους τη «Δέσποινα του κόσμου». Με λογοπαίγνια και αντιθέσεις, με αλλεπάλληλα «Χαίρε» και κοσμητικά επίθετα, με ακροστιχίδες και ομοιοκαταλήκτους δωδεκασυλλάβους στίχους σκιαγραφεί το πορτρέτο της «Ανύμφευτης Νύμφης», που υπήρξε η χαρά κι η παραμυθία του, η σκέπη κι η καταφυγή του.

 

Άλλοτε πάλι γράφει με αλφαβητική σειρά χαρίσματα της Παναγίας, η οποία ως «έμψυχος Βίβλος» είναι το Α και το Ω της ζωής μας, το «Άνθος το αμάραντον της αφθαρσίας», αλλά και «Ωραία παστὰς του Θεού ζώντος Λόγου».

 

Έτσι, ο ποιητικός του λόγος μετατρέπεται σε λυρικό ποταμό, στον οποίο απαντούν ελάχιστα ρήματα, για να αξιοποιηθούν όλα εκείνα τα ουσιαστικά που δηλώνουν την ουσία της «Αειπαρθένου Μαρίας». Διότι εκείνη μόνον είναι φως του κόσμου ως «Ηώς νοητή» και «Ακτίς ηλίου», είναι το κάλλος της γης ως «Ρόδον εύοσμον» και «Λειμών ευθαλής», είναι ο πλούτος της ψυχής ως «Θυμιατήριον χρυσούν» και «Δοχείον ευφροσύνης», είναι οδηγός του ουρανού ως «Θείον όχημα» και «Γέφυρα στερρά». Και με συγκινητική ταπείνωση ο υμνωδός συχνά καθίσταται ικέτης παρακαλώντας την προσωπικά: «Θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε, την ψυχήν μου πτωχεύσασαν πλούτισον. Φωτοφόρε λυχνία ολόφωτε, σκοτισθέντα τον νουν μου, καταύγασον».

 

Κι αφού φιλοτέχνησε με την πέννα της ψυχής του ο Άγιος την ωραιότερη «Εικόνα αρετής», ανέβηκε στη Μονή της αιωνιότητος, για να αναμέλπει από κοντα στην Υψηλοτέρα των ουρανών «Χαίρε το άσμα χερουβίμ, χαίρε ύμνος αγγέλων, Χαίρε ωδή των σεραφίμ, χαρά των αρχαγγέλων».

Μεγάλη ήταν η αγάπη του αγίου Νεκταρίου και προς την γήϊνη πατρίδα, την Ελλάδα. Έλληνας προερχόμενος από υπόδουλη πατρίδα είχε αισθανθεί τη σκληρότητα και την αδικία των κυριάρχων, και γι᾽ αυτό τιμούσε το αγαθό της ελευθερίας, της ηθικής και τής εθνικής.

 

Γαλουχημένος με τα ελληνικά και χριστιανικά γράμματα, γνώστης όσο λίγοι της ελληνικής ιστορίας και της προσφοράς του ελληνικού πνεύματος στην οικουμένη, επέδειξε τα φιλογενή αισθήματά του σε κάθε ευκαιρία, που του παρουσιάστηκε. Ως Διευθυντής της Ριζαρείου φρόντιζε όχι μόνο να καταρτίσει μέλλοντες κληρικούς αξίους του Ιερού Θυσιαστηρίου, αλλά και διδασκάλους του ελληνικού πολιτισμού, που θα σταδιοδρομούσαν τόσο στην ελεύθερη χώρα, όσο και στην υπόδουλη Μικρά Ασία, Μακεδονία και Ήπειρο και όπου αλλού υπήρχε Ελληνισμός.

 

Ενδεικτικά: Συνέδραμε το έργο των μητροπολιτών Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη και Δράμας (και κατόπιν εθνομάρτυρα Σμύρνης) Χρυσοστόμου Καλαφάτη, διοργάνωσε εράνους υπέρ της Μακεδονίας, Ηπείρου και Σινώπης Πόντου, υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εν Αθήναις Φιλανθρωπικής των Ηπειρωτών Αδελφότητος, την ενίσχυσε οικονομικά, όσο του ήταν δυνατόν. Με τις συγγραφές του εξήρε τον ρόλο του ελληνισμού στην προετοιμασία των λαών για τον ερχομό του Χριστού, στην ορθή διατύπωση των δογμάτων της Εκκλησίας, στη διάδοση του Ευαγγελίου, καθώς και τη σημασία της θυσίας των Νεομαρτύρων. Αντέδρασε με μελέτημά του εναντίον δυτικών ιστορικών, που αρνούνταν την προσφορά του Βυζαντίου στον πολιτισμό, τόνισε τον θρησκευτικό και εθνικό χαρακτήρα του έργου του ορθόδοξου ιερέα κ.λπ.

Οι Άγιοί μας αποτελούν πάντοτε παραδείγματα θερμής πίστης προς τον Τριαδικό Θεό, τον Θεάνθρωπο Ιησού και την εξ Αυτού σωτηρία.

 

Έτσι, στους δύσκολους καιρούς, που ζούμε, ο μακάριος Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως αποτελεί ένα ιερό Πρόσωπο της εποχής, που οδηγεί αυθόρμητα, χωρίς βαριές λογικές επεξεργασίες, στον δρόμο της πίστης.

 

Οι θεοπτίες, που αξιώθηκε να ζήσει σ᾽ αυτήν τη ζωή, η επί δεκαετίες αφθαρσία του μυροβόλου σκηνώματός του, τα επώνυμα δημοσιεύματα για τα «θαυμαστά σημεία» που επιτελούνται, οι σχετικές γραπτές μαρτυρίες των ίδιων των ευεργετηθέντων ή συγγενών ή αξιόπιστων μαρτύρων, που πολλές από αυτές έχουν καταχωριστεί με ακριβή στοιχεία (ονοματεπώνυμα – διευθύνσεις – τηλέφωνα – επάγγελμα) στους σχετικούς κώδικες της Μονής, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για τη χάρη που έχει δοθεί από τον Άγιο Θεό στον Ιεράρχη μας.

 

Πολλοί έχουν αισθανθεί κατά καιρούς, την άρρητη και συγκλονιστική ευωδία, που εκχέεται γύρω τους, όταν προσκυνούν σεπτά λείψανά του ή βρίσκονται στους ιερούς χώρους, στους οποίους έζησε ο Άγιος, αλλά ποιός μπορεί να την περιγράψει;

 

Αρκείται μονάχα στο να κάνει τον σταυρό του και να ψελλίσει: «Μέγας είσαι, Κύριε. Θαυμαστός εν τοις Αγίοις Σου. Κύριε, βοήθει μου τη απιστία. Πρόσθες ημίν πίστιν» (βλ. Ψαλμ. 67, 11· 85,10. Μάρκ. 9, 24. Λουκ. 17, 5). Bέβαια, «μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες», αλλά στη λογικοκρατούμενη εποχή μας η ζωή και η παρουσία ανάμεσα μας των Αγίων μας, «των φίλων του Θεού» (Ἰω.15,14), οδηγούν προς τη σωστή κατεύθυνση.

« Όσο ι  εις Χριστόν εβαπτίσθημεν, Χριστόν ενεδύθημεν» (= Όσοι βαφτιστήκαμε στο όνομα του Χριστού, ντυθήκαμε τον Χριστό – πρβλ. Γαλ. 3, 27). Επομένως όσοι βαφτιζόμαστε δεν φορούμε πια τον παλαιό άνθρωπο, αλλά τον νέο. Όχι την παλιά στολή, που λερώθηκε από τον Αδάμ, αλλά τη φωτεινή του Νέου Αδάμ.

 

Ντυνόμαστε τον Ίδιο τον Χριστό, γι᾽ αυτό, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο, με την πίστη στον Χριστό γινόμαστε κατοικία του Αγίου Πνεύματος και ναοί του Θεού. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, που λέει: «Εγώ είπα: είστε θεοί και παιδιά όλοι του Υψίστου» (Ψαλμ. 81, 6), γινόμαστε όμοιοι με την Εικόνα του Υιού του Θεού, δηλαδή θεοί κατά χάρη, άγιοι και τέλειοι.

 

Διώξαμε τη φθορά και ντυθήκαμε την αφθαρσία, ξεντυθήκαμε τον άνθρωπο της αμαρτίας και ντυθήκαμε τον άνθρωπο της δικαιοσύνης και της χάριτος. Διώξαμε τον θάνατο και ντυθήκαμε την αθανασία, διώξαμε την ματωμένη και όλο κακές επιθυμίες καταγωγή από τον Αδάμ και την Εύα και φορέσαμε την καταγωγή από τον Νέο Αδάμ,τον Υιό του Θεού, την καταγωγή από το Άγιο Πνεύμα.

 

Αφού, λοιπόν, αδελφοί χριστιανοί, ντυθήκαμε όλοι τον Χριστό, είμαστε όλοι ένας στο όνομα του Χριστού. Ποιός, λοιπόν, δεν ξέρει τις υποχρεώσεις, που αναλάβαμε ενώπιον του Θεού; ή ποιός χριστιανός δεν καταλαβαίνει ότι το δυσθεώρητο αυτό ύψος της ευγενικής καταγωγής, στο οποίο ανυψώνεται με το Βάπτισμα, του επιβάλλει ύψιστα ηθικά καθήκοντα και προς τον Θεό και προς τον πλησίον του; Ότι όλοι οφείλουμε να ζούμε σύμφωνα με τις θείες εντολές, για να ζει μέσα μας και ο Χριστός; Ότι οφείλουμε να συνταυτίσουμε το θέλημά μας με το θέλημα του Θεού, ότι οφείλουμε να είμαστε ηθικά ελεύθεροι, σαν υιοί του Θεού; Ότι Οφείλουμε να περιπατούμε σαν τέκνα του φωτός, ότι οφείλουμε με την καρδιά μας να αγαπούμε τον Θεό;

 

Ποιός δεν καταλαβαίνει ότι οφείλει να έχει την καρδιά του γεμάτη από αγάπη προς τον πλησίον του, προς τον αδελφό του, προς το σώμα του Χριστού, προς τους αδελφούς του Κυρίου; Ποιός δεν καταλαβαίνει ότι οφείλει να γίνει άγιος και τέλειος και εικόνα Θεου και υιός Θεού και κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών;

 

Γι᾽ αυτά όλα οφείλουμε ν᾽ αγωνιστούμε, για να μη φανούμε ανάξιοι της κλήσης του Θεού. Ναι, χριστιανοί αδελφοί, οφείλουμε να αγωνιστούμε με ζήλο και αυταπάρνηση, για να νικήσουμε στο αγωνιστικό στάδιο. Ας μη δειλιάσει κανένας, γιατί έχουμε βοηθό τον Θεό, ο Οποίος μας ενισχύει.

 

Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως
(Απόσπασμα από ομιλία στον Ναό Αγίου Παύλου Αθηνών, 4.12.1905- Νεοελληνική απόδοση)

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial