“Η κατανομή των πιστών σε επιμέρους ενορίες και η τέλεση της Ευχαριστίας από τους πρεσβυτέρους δεν διασπά την ενότητα της τοπικής Εκκλησίας, δεν αναιρεί το χαρακτήρα της ως μίας Ευχαριστίας και ενός σώματος με κεφαλή τον ένα Επίσκοπο εις τύπον και τόπον Χριστού». Ο Επίσκοπος δεν είναι απλώς διάδοχος του Χριστού και των Αποστόλων με τη νομική έννοια της μεταβίβασης δικαιωμάτων, ούτε σύμβολο απλώς της παρουσίας του Χριστού.
Η «δωρεά του Αγίου Πνεύματος» που δέχεται κατά τη χειροτονία του, καθιστά ικανό τον Επίσκοπο να τελεσιουργεί το έργο της ίδιας της παρουσίας του Χριστού στην Εκκλησία: Να συγκροτεί την ενότητα του ευχαριστιακού σώματος. Και ενότητα για την Εκκλησία σημαίνει, όχι απλώς διαρθρωτική «συνοχή», «ομοψυχία» ή «ομοφωνία», αλλά μεταβολή του τρόπου της υπάρξεως, αλλαγή της ατομικής επιβίωσης σε ζωή αγαπητικής κοινωνίας, ζωή αιώνια.”
(Χρ.Γιανναρά, Αλφαβητάρι της πίστης, Αθήνα 1999)